Για υποκατάσταση των δικαστικών αρχών, παντελή έλλειψη σεβασμού στο δικαιικό σύστημα και προσβολή της δικαστικής λειτουργίας και των υπερασπιστικών δικαιωμάτων μιλάει στην παρακάτω δημόσια παρέμβασή του ο δικηγόρος Αθηνών Ν. Παπαϊωάννου. Ο κ. Παπαϊωάννου, μέλος της κίνησης Δράση ΣυνΠολιτών- Δημιουργία και Διαφάνεια για το Διόνυσο, βάζει τα πράγματα στη θέση τους αναφορικά με δημοσιεύματα σε ημιανώνυμα τοπικά ηλεκτρονικά μέσα, που επιχειρούν να προκαλέσουν την καταδικαστική κρίση των δημοτών, πριν καν αναλάβει καθήκοντα ο φυσικός δικαστής:
Διακονώντας τη δικηγορία επί 30 έτη περίπου, δεν μπορώ παρά να αντιμετωπίσω με επαγγελματική ευθιξία «δημοσιεύματα» άπειρων δικολάβων, που δημιουργούν δικαστικά σενάρια περί ενοχής πολιτικών τους αντιπάλων.
Η πρώτη παρατήρησή μου είναι η σαφής καταστρατήγηση μέσω των δημοσιευμάτων αυτών του τεκμηρίου αθωότητας, που διέπει το ισχύον ποινικό δίκαιο και αποτελεί τόσο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα όσο και αρχή του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού.
Συγκεκριμένα, σε πρόσφατο άρθρο η αγνώστου ταυτότητας «ανεξάρτητη ενημερωτική ιστοσελίδα», όπως αυτοαποκαλείται, Διόνυσος Post με τίτλο «Για κακούργημα (απιστία) κατηγορείται ο Καλαφατέλης» αναφέρθηκε στα κάτωθι κατ’ αυτήν στοιχεία προδικάζοντας την ενοχή του:
Εμφάνισε ένα τμήμα του πληροφοριακού συστήματος ροής μηνύσεως από το ηλεκτρονικό σύστημα ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ που απευθύνεται σε δικηγόρους, μέλη του ΔΣΑ και ΔΣΠ, καθώς και στους διαδίκους (άμεσα ενδιαφερόμενους) δια των συνηγόρων τους για την παρακολούθηση μιας ποινικής διαδικασίας.
Επ’ αυτής παρατηρώ τα κάτωθι:
1. Το εν λόγω σύστημα ενημέρωσης είναι ελλιπές, καθώς η ενημέρωση έχει σταματήσει από 13-4-2018 (1 περίπου έτος πριν), λόγω διαδικασίας μετάβασής του στο σύστημα ΟΣΔΔΥ-ΠΠ.
2. Το δημοσιευθέν τμήμα του συστήματος πληροφόρησης αναφέρεται στη διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, ο δε συντάκτης του άρθρου «διευκρινίζει» ότι πρόκειται περί προκαταρκτικής εξετάσεως για κακούργημα, χωρίς τούτο να προκύπτει από το συγκεκριμένο «απόσπασμα» της ροής. ΄Εστω κι έτσι στο δικονομικό στάδιο της προκαταρκτικής εξετάσεως ο εκάστοτε καλούμενος προς παροχή εξηγήσεων «ανωμοτί» δεν έχει προσλάβει κατ’ άρθρο 72 Κ.Π.Δ. την ιδιότητα του κατηγορουμένου, αλλά μόνον αυτή του υπόπτου. Το τεκμήριο αθωότητος καταλαμβάνει και το παρόν στάδιο.
Κατ’ άρθρο δε 72Α Κ.Π.Δ., που προσφάτως προστέθηκε ως νομοθετική διάταξη, «οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι, μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με τον νόμο», παραπέμποντας ευθέως στην αμετάκλητη ποινική απόφαση περί ενοχής.
Τι έχουμε εδώ: την επιβολή της «ποινής της υπόνοιας», καταλλήλως διασκευασμένης, ώστε να καθοδηγεί το αναγνωστικό κοινό του συγκεκριμένου άρθρου στην εκ των προτέρων «καταδικαστική κρίση», υποκαθιστώντας την αρμόδια δικαστική αρχή.
3. Προς επίρρωση των ανωτέρω ο συντάκτης του άρθρου «υποδεικνύει» ότι τα αρχικά Κ.Ι. του προς εξηγήσεις καλουμένου δεν είναι άλλα από αυτά του Ιωάννη Καλαφατέλη. Προσωποποιεί δηλαδή την υπό διερεύνηση πράξη, ενώ είναι γνωστό ότι στο στάδιο αυτό η δια της προκαταρκτικής εξετάσεως έρευνα αφορά πρωτίστως την πράξη (in rem) και προσωποποιείται (in personam), εφόσον ο εισαγγελέας ποινικής διώξεως ασκήσει την ποινική δίωξη, προσδιορίζοντας και τα τυχόν εμπλεκόμενα φυσικά πρόσωπα, εξετάζοντας μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξετάσεως το συλλεχθέν αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας. Στο σημείο αυτό ο συντάκτης του άρθρου φαίνεται να αγνοεί ή επιδεικτικώς να ξεχνά τις διατάξεις περί συμμετοχής, ήτοι του θεσμού του συναυτουργού, του άμεσου και έμμεσου συνεργού, ακόμα και του ηθικού αυτουργού, αφού δεν αναφέρεται ότι μπορεί η δίωξη να ασκηθεί και κατά άλλων προσώπων, τυχόν συμμετόχων, στη διερευνούμενη πράξη.
Ακόμη, όμως, η αναφορά του συντάκτη σε «κακούργημα» αντιστρατεύεται την ίδια της φύση της ποινικής προδικασίας, αφού ο καθορισμός της πλημμεληματικής ή κακουργηματικής μορφής του αδικήματος μπορεί μόνο να προέλθει από την περαίωση του σταδίου της προδικασίας και την εκτίμηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού της δικογραφίας. Έτσι ο συντάκτης του άρθρου καταφεύγει στην «ιδία» αυτού «πληροφόρηση» και αναγράφει ότι η δικογραφία ήδη ευρίσκεται στον 3ο ειδικό ανακριτή, ήτοι παρουσιάζει τη μεταβολή του υποκειμένου από ύποπτο σε κατηγορούμενο.
Τι σημαίνει στην πραγματικότητα, όμως, αυτό καθαυτό το «γεγονός» της ανακριτικής διαδικασίας; Ότι κάποιος ή κάποιοι θα κληθούν σε απολογία, προσλαμβάνοντας την ιδιότητα του κατηγορουμένου αφού λάβουν πλήρη γνώση της δικογραφίας που τους αφορά και ασκήσουν τα υπερασπιστικά τους δικαιώματα. Μετά το πέρας της κυρίας ανακρίσεως η υπόθεση οδηγείται στο δικαστικό συμβούλιο για την έκδοση παραπεμπτικού ή απαλλακτικού βουλεύματος. Στο τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας ακόμη και ο κακουργηματικός χαρακτήρας μιας υπό διερεύνηση αδίκου πράξεως δύναται να τραπεί. Τα εμπλεκόμενα στην ανακριτική διαδικασία πρόσωπα μπορούν να παραπεμφθούν σε δίκη ή μη.
Κυριαρχικά δε στο τέλος της διαδικασίας αποφαίνονται τα αρμόδια ποινικά δικαστήρια και στις τρεις βαθμίδες δικαιοδοσίας μέχρι της αμετακλήτου καταδίκης ή αθωώσεως.
Ουδείς ηλεκτρονικός κοντυλοφόρος έχει το δικαίωμα να παραβιάζει ατιμωρητί το τεκμήριο αθωότητος ουδενός προσώπου, ευρισκομένου στη θέση της «ιεράς υπερασπίσεως» του δικαιώματός του να αποδείξει την αθωότητά του.
Για να αντιστρέψω το επιχείρημα του συντάκτη του εν λόγω άρθρου περί «τακτικής εκφοβισμού» μαρτύρων, προκειμένου αυτοί να απόσχουν της ποινικής διαδικασίας, πιθανότητα που φαντάζει, ελλείψει αποδείξεων ή και προσφυγής των «απειλουμένων» στη δικαιοσύνη, έωλο, θα κατέληγα αναπότρεπτα στη διαπίστωση ότι η φύση, το ύφος και το περιεχόμενο του άρθρου αποτελεί «αποχρώσα» ένδειξη αν όχι «βάσιμη απόδειξη» της απόλυτης ένδειας επιχειρημάτων και της παντελούς έλλειψης σεβασμού πρωτίστως στο δικαιικό μας σύστημα, στο δικαίωμα στην αμερόληπτη πληροφόρηση των πολιτών, στη δικαστική λειτουργία και στα υπερασπιστικά δικαιώματα του ατόμου που δια του άρθρου προσβάλλονται στον πυρήνα τους.
Η διαμόρφωση μιας παράλληλης εικονικής δίκης μέσω της συγκεκριμένης αρθρογραφίας, ως και η συγκρότηση δημόσιου χώρου εντυπώσεων, ανευθυνότητας, εμπορευματοποίησης και λαϊκού θεάτρου, στοχεύει να μεταβάλει το κοινό σε ανεύθυνο και καθοδηγούμενο πλήθος «ενόρκων».
Όποιος επιχειρεί να μεταφέρει το πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης στα προανακριτικά ή ανακριτικά γραφεία και στις δικαστικές αίθουσες έχει ήδη ανοίξει τον ασκό του Αιόλου με επικίνδυνες συνέπειες για τον τόπο.
Η αναγκαία ψυχραιμία και αυτοκυριαρχία πρέπει να επικρατήσουν στην ποιότητα του δημόσιου λόγου και η πολιτική αντιπαράθεση να διεξαχθεί με στέρεα επιχειρήματα πολιτικής υφής και περιεχομένου και μόνο.