Όταν πρωτοστήθηκε ο καλλικρατικός Δήμος Διονύσου, το 2011, πολλές φορές ήρθε στην επιφάνεια ο προβληματισμός για το πώς και πότε οι κάτοικοι των 7 επιμέρους Δημοτικών Κοινοτήτων θα αρχίσουν να νιώθουν Διονυσιώτες, πρώτα, και μετά κάτοικοι Αγ. Στεφάνου, Άνοιξης, Δροσιάς και πάει λέγοντας. Η δυσκολία του εγχειρήματος είχε φανεί από νωρίς κιόλας: Στις πρώτες αρχαιρεσίες του καλλικρατικού Δημοτικού Συμβουλίου, το 2011, όταν είχε εκλεγεί Πρόεδρος ο Γ. Νικητόπουλος από την Άνοιξη, δεν ήταν λίγοι αυτοί από τον Άγ. Στέφανο που αισθάνθηκαν παραγκωνισμένοι, γιατί ο Πρόεδρος δεν ήταν από την πρωτεύουσα του Δήμου, όπως έλεγαν διαμαρτυρόμενοι.
Η διακριτή διαφορά- εγώ Ροδοπουλιώτης και εσύ Σταματιώτης, εγώ Κρυονεριώτης κι εσύ Δροσιώτης- συνεχίστηκε και συνεχίζεται, παρά τις όποιες σκέψεις, που πάντως έμειναν στη σφαίρα του επιθυμητού, για παρεμβάσεις τέτοιες που να δημιουργήσουν συνείδηση δημότη μιας και μόνο πόλης, ανεξάρτητα με τον τόπο κατοικίας του καθένα.
Αυτά τα 9 χρόνια, εκτίμηση της Οδού Διονύσου ήταν πως μια γενιά τουλάχιστον- 30 χρόνια πάνω κάτω- θα χρειάζονταν ώστε να φτάσει ο καθένας μας να νιώθει δημότης Διονύσου, που μένει στην πάνω ή την κάτω γειτονιά.
Μια στιγμή άρκεσε για να διαψευσθεί αυτή η εκτίμηση, και μάλιστα με τον πλέον απροσχημάτιστο τρόπο: Στα περίφημα φυλλάδια που μοίρασε η απερχόμενη Δημοτική Αρχή, επιχειρεί να βάλει τη μια γειτονιά απέναντι στην άλλη, προϊδεάζοντας για την τακτική που θα ακολουθήσει την επόμενη ημέρα.
Κάνει σε κανέναν εντύπωση; Δεν θα έπρεπε.
Γιατί από την επομένη της εκλογικής νίκης της, το 2014, ξεκίνησε να χωρίζει τους δημότες σε δικούς της και εχθρούς. Δοκιμασμένη πρακτική, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος στα καθ’ ημάς, τόσο σε τοπικό όσο και σε κεντρικό επίπεδο. Και βλέπουμε ήδη την κατάληξη.