Δεν είναι πολλές οι φορές που ο Ν. Παπαϊωάννου, δικηγόρος, ειδικός συνεργάτης του Δημάρχου Διονύσου, παρεμβαίνει δημοσίως, και μάλιστα για ενέργειες των παρατάξεων της μειοψηφίας. Η υποβολή αναφοράς τριών από αυτές, εντούτοις, αναφορικά με το καθεστώς απασχόλησης δημοτικών υπαλλήλων σε εργολάβο για την αποκατάσταση των συνεπειών της “Μήδειας”, είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις- και μάλιστα όχι στην ουσία της, για την οποία “η παρούσα δημοτική αρχή έχει παραθέσει τα επιχειρήματά της και έχει παράσχει τις εξηγήσεις της”, αλλά όσον αφορά σε ποιες ελεγκτικές Αρχές απευθύνεται, για τις οποίες οι παρατάξεις ως θεσμικοί φορείς όφειλαν να γνωρίζουν αν υφίστανται ή όχι:
Λίαν προσφάτως είδε το φως της δημοσιότητος, έγγραφη «αναφορά/γνωστοποίηση» – όπως η ίδια τουλάχιστον επιγράφεται- τριών παρατάξεων του δήμου μας, αυτών της μείζονος μειοψηφίας καθώς και άλλων δύο της ελάσσονος ( βλ. Διόνυσος Ανοιχτοί Ορίζοντες, Εύπολις και Μαζί για το Διόνυσο), με θέμα ««Παράνομη απασχόληση προσωπικού του Δήμου Διονύσου από ανάδοχο του Δήμου Διονύσου», υπογεγραμμένη από τους επικεφαλής αυτών. Προς ώρας δεν θα εντρυφήσω στο περιεχόμενο του εγγράφου και το (α)βάσιμο των αναφερομένων σ’ αυτό. Εξάλλου η παρούσα δημοτική αρχή έχει παραθέσει τα επιχειρήματά της και έχει παράσχει τις εξηγήσεις της.
Θα σταθώ όμως στο γεγονός ότι οι ως άνω παρατάξεις αγνοούν παντελώς το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο και απευθύνονται σε ελεγκτικές αρχές που εδώ και δυο περίπου έτη δεν υφίστανται. Συγκεκριμένα απευθύνουν το έγγραφό τους και προς το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης. Η ως άνω ελεγκτική αρχή έχει παύσει υφιστάμενη, δυνάμει του Ν. 4622/7-8-2019 (ΦΕΚ 133/Α/7-8-19) που φέρει τον τίτλο «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης». Με το άρθρο 82 του ανωτέρω νόμου, συνεστήθη Ανεξάρτητη Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «Εθνική Αρχή Διαφάνειας, (Ε.Α.Δ.)», στο εξής η «Αρχή», με σκοπό: α) την ενίσχυση της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσίας στη δράση των κυβερνητικών οργάνων, διοικητικών αρχών, κρατικών φορέων, και δημόσιων οργανισμών και β) την πρόληψη, αποτροπή, εντοπισμό και αντιμετώπιση των φαινομένων και των πράξεων απάτης και διαφθοράς στη δράση των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων και οργανισμών. Στην παράγραφο 4 ρητά αναφέρεται ότι «Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καταργούνται οι παρακάτω φορείς, το σύνολο των αρμοδιοτήτων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των οποίων μεταφέρονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του παρόντος, στην ιδρυόμενη Αρχή, η οποία καθίσταται καθολικός τους διάδοχος:…(β) Το Σώμα Ελεγκτών Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.), που υπάγεται στη Γενική Γραμματεία για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς του Υπουργείου Δικαιοσύνης και η θέση του Ειδικού Γραμματέα που προΐσταται αυτού…».
Άγνοια νόμου δεν συγχωρείται, ως παραδεδεγμένη γενική αρχή του δικαίου από τους απλούς πολίτες, πόσο μάλλον από θεσμικούς φορείς του, όπως οι εν λόγω δημοτικές παρατάξεις.
Κάποιοι θα σπεύσουν να πουν «μικρό το κακό, η ουσία μετράει». Είναι όμως έτσι; Ομοίως δεν θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι αυτοί που διαχειρίζονται το δημόσιο «καταγγελτικό» λόγο τους με προχειρότητα και επιπολαιότητα, απευθυνόμενοι σε ανύπαρκτες ελεγκτικές αρχές, με το ίδιο σαθρό υπόβαθρο παραθέτουν τα επιχειρήματά τους επί της ουσίας αυτού; Τελικώς τι υπερισχύει;
Εκ του “ελάσσονος το μείζον” (argumentum a minori ad majus) ή εκ του «μείζονος το έλασσον»;