Με την παρουσία των εκπροσώπων μόνον της Δημοτικής Αρχής, πραγματοποιήθηκε χθες Τετάρτη 7 Ιουλίου η κατεπείγουσα συνεδρίαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Διονύσου, με μοναδικό θέμα την εξειδίκευση δαπάνης 879.900 ευρώ περίπου για την αντιμετώπιση των συνεπειών της “Μήδειας” που είχε ως αποτέλεσμα την κήρυξη του Δήμου σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και εν συνεχεία σε κατάσταση αυξημένης κινητοποίησης για πέντε από τις 7 Κοινότητες.
Η κατεπείγουσα συνεδρίαση, διευκρίνισε ο Δήμαρχος Διονύσου Γ. Καλαφατέλης, όπως και η πρόσφατη 2η αναμόρφωση του Προϋπολογισμού, κρίθηκε αναγκαία γιατί η απόφαση της Πολιτικής Προστασίας για την αυξημένη κινητοποίηση έχει ημερομηνία λήξης στις 10 Ιουλίου. Μέχρι τότε θα πρέπει να έχουν εξειδικευθεί οι δαπάνες για συγκεκριμένες εργασίες, ενώ πρόθεση της Διοίκησης του Δήμου είναι να ζητήσει την παράταση της απόφασης. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο ποσόν, των 833.000 ευρώ, αφορούσε στον καθαρισμό και την απομάκρυνση καύσιμης ύλης, άλλες 20.000 ευρώ προβλέπονται για τον καθαρισμό φρεατίων και τέλος για την προμήθεια, εγκατάσταση και συντήρηση κρουνών θα δαπανηθούν 26.600 ευρώ, με βάση μελέτες που έχουν εκπονηθεί από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και ήρθαν και αυτές προς έγκριση από την Οικονομική Επιτροπή.
Το παραπάνω συνολικό ποσόν αντιστοιχεί στις δυο έκτακτες επιχορηγήσεις, ύψους 390 και 490.000 ευρώ, που δόθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών στο Δήμο Διονύσου για την αποκατάσταση των ζημιών από την κακοκαιρία του περασμένου Φεβρουαρίου και έχει ήδη συμπεριληφθεί στην αναμόρφωση του Προϋπολογισμού για το 2021, που συζητήθηκε και εγκρίθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο στις 6 Ιουλίου. Όπως ανακοινώθηκε, τέλος, αύριο Παρασκευή 9/7 θα ακολουθήσει μάλλον νέα κατεπείγουσα συνεδρίαση της Οικονομικής Επιτροπής με τον επιμερισμό των δαπανών στους αναδόχους των τριών εργασιών, οι οποίες μάλιστα θα ελεγχθούν από τον Επίτροπο ώστε οι Υπηρεσίες του Δήμου να είναι καλυμμένες, δήλωσε ο Δήμαρχος.
Ειδικότερη συζήτηση έγινε χτες στην Επιτροπή, μετά τη λήξη της συνεδρίασης, για την πορεία του καθαρισμού της πόλης από την καύσιμη ύλη. Ο Δήμος Διονύσου, λοιπόν, έχει πρακτικά χωριστεί σε τρεις τομείς, όπου επιχειρούν με συνεργεία τους ισάριθμοι φορείς: Οι κεντρικοί άξονες της πόλης, όπως η Λεωφόρος Διονύσου, καθαρίζονται από την Περιφέρεια Αττικής, ένα μεγάλο κομμάτι που αφορά στις ζώνες μείξης αστικού ιστού με δασικές περιοχές, καθώς και τις 5 Κοινότητες με αυξημένη κινητοποίηση, έχει αναλάβει να καθαρίσει η Πολιτική Προστασία που θα παραμείνει στην πόλη και αυτό το μήνα, ενώ στο υπόλοιπο τμήμα, και ειδικά στις Κοινότητες που δεν συμπεριλαμβάνονται στην κατάσταση αυξημένης κινητοποίησης, επιχειρεί ο Δήμος με τη σχετική εργολαβία των 879.000 ευρώ. Καθαρισμό παράλληλα πραγματοποιεί ήδη και η ΔΕΗ στο δίκτυό της.
Η εκτίμηση που ακούστηκε από τους αιρετούς της Διοίκησης στη συνεδρίαση ήταν πως ο χρονικός ορίζοντας είναι 2-3 μηνών ακόμη, ενώ τόνισαν πως αποτελεί ευκαιρία- με τα συνεργεία που δουλεύουν στην πόλη- να καθαρισθούν Κοινόχρηστοι Χώροι, όπως για παράδειγμα ο Λόφος Πνυκός στην Κοινότητα Διονύσου, ακαθάριστοι επί δεκαετίες. Παραδέχτηκαν πάντως πως υπάρχει ακόμη συσσωρευμένη πολλή καύσιμη ύλη, ενώ συμφώνησαν πως είναι επιτακτική η ανάγκη τέτοιου σχολαστικού καθαρισμού κάθε χρόνο. Αξίζει τέλος να σημειωθεί πως, απαντώντας σε σχετική ερώτηση της Οδού Διονύσου, ο Αντιδήμαρχος Χωροταξικού Σχεδιασμού Γ. Φωτάκης ενημέρωσε πως αναφορικά με το Δάσος της Εθνικής Τράπεζας, στην καρδιά της Κοινότητας Διονύσου, ο τραπεζικός φορέας ζήτησε τη βοήθεια του Δήμου για τη σύναψη σύμβασης με εργολάβο για τον καθαρισμό των 400 στρεμμάτων της ιδιοκτησίας του, ενώ στο άλλο αστικό δάσος, αυτό στο Κόκκινο Χωράφι ιδιοκτησίας Αποστολόπουλου- Βαρδινογιάννη, για το οποίο έχει σταλεί σειρά επιστολών στους ιδιοκτήτες, έχει μπει η Πολιτική Προστασία: Ήδη πραγματοποιείται καθαρισμός σε όλη την έκταση από Διονύσου μέχρι Αγ. Ιωάννου και από Κέδρων μέχρι Μουσών, και μέχρι τις 20 Ιουλίου θα είναι έτοιμη, δήλωσε ο αρμόδιος Αντιδήμαρχος Μ. Κόκκαλης. Ο ίδιος προσέθεσε πως φέτος η ανταπόκριση των ιδιοκτητών αδόμητων οικοπέδων στην υποχρέωσή τους να καθαρίσουν την ιδιοκτησία τους στο πλαίσιο της αντιπυρικής προστασίας είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά, είτε επειδή φοβήθηκαν τις αυξημένες οικονομικές συνέπειες σε περίπτωση αμέλειας είτε επειδή συνειδητοποίησαν τη σοβαρότητα της κατάστασης.