Εφ’ όλης κυριολεκτικά της ύλης συνέντευξη στην Οδό Διονύσου παραχώρησε ο Αντιδήμαρχος Στρατηγικού Χωροταξικού Σχεδιασμού και Υποδομών, Γ. Φωτάκης. Στο α’ μέρος της συνέντευξης, που δημοσιεύεται σήμερα, μιλά για το πρωτόγνωρο αυτοδιοικητικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κλήθηκε να διοικήσει η σημερινή Δημοτική Αρχή, ενώ απαριθμεί τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετώπισε με το καλημέρα. Στη συνέχεια μιλά για την πολύ σημαντική δουλειά που έγινε, παρά τις όποιες δυσκολίες, προκειμένου να καλυφθεί το μεγάλο έλλειμμα υποδομών που αντιμετωπίζει ο Δήμος. Τέλος μιλά για το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σημαντικές περιοχές του Δήμου, και που αφορά στη χωροταξική και πολεοδομική οργάνωσή τους.
Θα ακολουθήσει αύριο το δεύτερο μέρος της συνέντευξης, σχετικά με το θέμα της κατοχύρωσης της δημοτικής περιουσίας, που εντοπίζεται κυρίως στην Κοινότητα Διονύσου, αλλά και με το εκεί αιωνόβιο Δάσος και με την υπόθεση της δημοτικής διεκδίκησης των 43 στρεμμάτων στις κατασκηνώσεις του ΤΥΠΕΤ. Ο κ. Φωτάκης αναλύει το όραμα της Δημοτικής Αρχής που αφορά στην αξιοποίηση των δημοτικών αυτών χώρων, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην προσπάθεια του Δήμου Διονύσου να εμποδίσει την εγκατάσταση νέων Λατομείων στην Πεντέλη. Τέλος, μιλά για τον τομέα όπου παρατηρήθηκε υστέρηση και όπου θα πρέπει να δοθεί το βάρος από τη Διοίκηση που θα προκύψει στις προσεχείς δημοτικές εκλογές, ενώ ταυτόχρονα στέλνει σαφές μήνυμα προς τους συμπολίτες μας.
Οδός Διονύσου: Πάμε πίσω λοιπόν στο 2019, όταν έρχεται μια Δημοτική Αρχή που ήξερε πώς να διοικήσει με 25 συμβούλους και απόλυτη πλειοψηφία, αλλά όχι και με 16, όντας δηλαδή μειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο, όπως προέκυψε με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Γιάννης Φωτάκης: Το αυτοδιοικητικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κληθήκαμε να λειτουργήσουμε ήταν πράγματι πρωτόγνωρο, αλλά κατά την άποψή μου, προβληματικό. Είχαμε αποσπάσει το 58% των ψήφων στο β΄ γύρο και όμως διαθέταμε την ισχνή μειοψηφία των 16 συμβούλων επί συνόλου 41 στο Δημοτικό Συμβούλιο. Υπενθυμίζω ότι όταν θεσμοθετήθηκε η απλή αναλογική, είχα αρθρογραφήσει, με κύριο επιχείρημα ότι δεν υπήρχαν τα απαραίτητα εχέγγυα για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας που σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να είναι προαπαιτούμενο. Συγκεκριμένα επεσήμαινα ως σημαντικό στοιχείο, την απουσία της κοινωνικής συμμετοχής, μετά την κόπωση των πολυετών κρίσεων, της πανδημίας κ.λπ., προβλέποντας ότι η έλλειψη αυτή, θα ανοίξει τις ορέξεις για τη δημιουργία μηχανισμών νομής εξουσίας και γενικά εργαλειοποίησης των θεσμών. Και πρόσθετα ότι για να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη, θα έπρεπε, κατά την άποψή μου, να θεσμοθετηθούν στοιχειώδη πολιτικά αντίβαρα.
Ο.Δ.: Τι εννοείτε ακριβώς;
Γ.Φ: Για παράδειγμα ανάμεσα στους δύο εκλογικούς γύρους, θα έπρεπε να μεσολαβεί ένα ικανό χρονικό διάστημα, επιδίωξης προγραμματικών συγκλίσεων, διαδικασία η οποία θα μπορούσε να αξιολογηθεί, κατά τον β΄ γύρο.
Αυτή λοιπόν, η πολιτικά, ελλιπής θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής στερούσε πρακτικά το δικαίωμα μιας Δημοτικής Αρχής, να μπορεί να παίρνει πρωτοβουλίες και εν τέλει αποφάσεις, πάντα βέβαια με διαφανείς διαδικασίες, και στο τέλος να κρίνεται.
Βέβαια με το ίδιο σύστημα είχαμε παράλληλα και την αλλαγή σε ό,τι αφορά στην εκλογή στις Δημοτικές Κοινότητες, δηλαδή το να μπορεί κανείς να καταρτίζει εκεί συνδυασμό και να εκλέγεται Κοινοτική Αρχή με πιθανά διαφορετική αντίληψη αλλά και πρόγραμμα από τη Δημοτική Αρχή. Να διασπάται δηλαδή το σύστημα κυβερνησιμότητας στο Δήμο.
Για να πετύχει η απλή αναλογική θα έπρεπε να είχε προηγηθεί αλλαγή κουλτούρας με εξαντλητικό διάλογο και αναζήτηση συναινέσεων, άλλως θα είχαμε μια εξέλιξη εργαλειοποίησης των θεσμών, κάτι που δυστυχώς είδαμε να συμβαίνει στην πράξη.
Ο.Δ: Η παραπάνω ήταν μόνον η πρώτη από μια σειρά δυσκολιών, αφού τόσο εσείς όσο και τα υπόλοιπα στελέχη της Δημοτικής Αρχής αναφέρεστε επανειλημμένα σε μια θητεία με πολλά εμπόδια.
Γ.Φ.: Ακριβώς, μια που δεν επρόκειτο για μια θητεία κανονική. Υπενθυμίζω: Πέντε μήνες αφότου αναλάβαμε, ξέσπασε η πανδημία. Μεγάλο μέρος του στελεχιακού μας δυναμικού έμεινε εκ των πραγμάτων μακριά από τον τόπο εργασίας, ενώ υπήρξε επίπτωση στα οικονομικά του Δήμου, μια που πολλές επιχειρήσεις παρέμειναν κλειστές. Δεν έφταναν αυτά, και λίγους μήνες αργότερα ήρθε η ΜΗΔΕΙΑ, μια θεομηνία με πρωτοφανή χιονόπτωση πέρα από τα συνηθισμένα, που κατέστρεψε το ηλεκτρικό δίκτυο και δημιούργησε απίστευτους όγκους καύσιμης ύλης, για να ακολουθήσουν οι φωτιές, ακόμη μια φυσική καταστροφή που κληθήκαμε να διαχειριστούμε.
Ο.Δ.: Κάτι ανάλογο είπε και ο Μανώλης ο Κόκκαλης, συνάδελφός σας στην Καθαριότητα, κατά τον απολογισμό του στο Δημοτικό Συμβούλιο: Με τη ΜΗΔΕΙΑ και τις φωτιές γκρεμίστηκε η πόλη. Και έπρεπε να διαλέξεις αν θα ξεκινήσεις να τη χτίζεις την επόμενη ημέρα ή θα περιμένεις τους διαγωνισμούς.
Γ.Φ.: Συμφωνώ απολύτως. Για να γίνω πιο σαφής: Υπολογίζω πως εξαιτίας της ΜΗΔΕΙΑΣ μέσα στους οικισμούς μας και στα περιαστικά δάση χάσαμε περί τα 15.000 πεύκα. Τεράστια απώλεια, τόσο περιβαλλοντική, όσο και σε ύψος δαπάνης που έφτασε τα 4 εκατομμύρια ευρώ για την απομάκρυνση της καύσιμης ύλης. Επισημαίνω δε ότι η συμβολή του Υπουργείου Εσωτερικών, έφτασε μόνον στο 1/3 αυτής της δαπάνης. Σε διαφορετική περίπτωση, όλα αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να πάνε για έργα.
Αλλά δεν ήταν μόνον αυτή η κακοδαιμονία. Ακολούθησε η ενεργειακή κρίση με επίσης σοβαρές συνέπειες για το Δήμο: Διπλασιασμό των εξόδων για τον οδοφωτισμό – μην ξεχνάτε ότι έχουμε 500 χιλιόμετρα οδικό δίκτυο-, μεγάλη επιβάρυνση για την προμήθεια πετρελαίου για τα 38 σχολικά συγκροτήματα, αλλά και για τα καύσιμα των Δημοτικών οχημάτων και μηχανημάτων έργων. Επίσης, προβλήματα με τους αναδόχους των έργων μας, που έχουν δημοπρατηθεί με τιμές προ κρίσης, αφού αυτά είτε εγκαταλείπονται, είτε δεν συμβασιοποιούνται. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, το έργο αποχέτευσης της Δροσιάς, με μεγάλες καθυστερήσεις στην εκτέλεσή του, ή το έργο αποχέτευσης της Άνοιξης, όπου ο ανάδοχος δεν εμφανίστηκε καν για να υπογράψει τη σύμβαση. Σας ερωτώ λοιπόν: Γνωρίζετε άλλη Δημοτική Αρχή που στη θητεία της χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τόσες δυσκολίες όσο εμείς;
Ο.Δ.: Ας προχωρήσουμε λίγο και να βάλουμε στο κάδρο, κατ’ αρχήν τις υποδομές. Εσείς ο ίδιος έχετε πει πως ο Δήμος Διονύσου βρίσκεται σε εμβρυϊκό στάδιο. Σε πρόσφατη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου ο τέως Δήμαρχος είπε πως ο Δήμος Διονύσου είναι 20 χρόνια πίσω.
Γ.Φ.: Έτσι είναι. Συμφωνώ απόλυτα σε αυτό.
Ο.Δ.: Τελικά ζούμε σε ένα Δήμο που στερείται των αυτονόητων για να μπορεί να βρει το βηματισμό του και να αναπτυχθεί ταυτόχρονα με τις υπόλοιπες πόλεις;
Γ.Φ.: Ακριβώς. Ας συγκρίνουμε λοιπόν το Δήμο Διονύσου με οποιονδήποτε άλλο Δήμο του Λεκανοπεδίου σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο για τις υποδομές. Εκεί υπάρχει από πολλά χρόνια, αποχέτευση, φυσικό αέριο, επαρκέστατα δίκτυα ύδρευσης, τα οποία μάλιστα συντηρεί η ΕΥΔΑΠ, και βέβαια Σχέδιο Πόλης και κατοχυρωμένοι κοινόχρηστοι χώροι. Εκεί οι σημερινές Δημοτικές Αρχές μεριμνούν για τη συντήρηση των υφιστάμενων υποδομών, εξωραΐζοντας τις πόλεις τους και ασκούν κοινωνικές πολιτικές. Εμείς τι έχουμε από όλα τα παραπάνω; Και όχι μόνον αυτό. Για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα, διαθέτουμε μια υποστελεχωμένη υπηρεσία. Μετρούσα τους μηχανικούς, και μαζί με δυο που ήρθαν στο πλαίσιο της κινητικότητας, τους βρήκα 7. Κι αυτό, τη στιγμή που στην Κηφισιά, το έχω ξαναπεί, όπου τα προβλήματα αυτά είναι λυμένα, υπηρετούν 52 μηχανικοί.
Καλό είναι λοιπόν οι παρατάξεις που φιλοδοξούν να διοικήσουν αυτό το Δήμο, να έχουν κατά νου τι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν και αυτό να αποτελεί γνώμονα των όποιων κινήσεών τους και όχι οι αφορισμοί. Κοντολογίς: Η πορεία δεν είναι καθόλου εύκολη.
Ο.Δ.: Αντιμετωπίσατε λοιπόν δυσκολίες: Μέτωπο με τους κοινόχρηστους χώρους, μέτωπο με τα Λατομεία, μέσα στις αντίξοες συνθήκες που περιγράψατε, είτε εξωτερικές, είτε εσωτερικές. Συγχρόνως όμως ορισμένοι σας καταλογίζουν ολιγωρία και απουσία έργου στα τριάμιση αυτά χρόνια. Τι απαντάτε σε αυτούς;
Γ.Φ.: Πριν απαντήσω, να μου επιτρέψετε να προσθέσω ακόμη μία δυσκολία: Τις γραφειοκρατικές διαδικασίες στους Δημόσιους Φορείς και στην Αυτοδιοίκηση. Για παράδειγμα, ένα έργο πλήρως μελετημένο, αν το δημοπρατήσεις σήμερα, αυτό θα αρχίσει να εκτελείται μετά από ενάμιση χρόνο. Εσείς κ. Χαζάπη το βλέπετε στις Οικονομικές Επιτροπές, όπου έρχονται τρία διαδοχικά πρακτικά για κάθε διαγωνισμό. Φανταστείτε τώρα- και εδώ εκφράζω το παράπονό μου- να μην βρούμε και μελέτες, όπως και έγινε όταν αναλάβαμε.
Όμως το ερώτημά σας μου δίνει μια καλή ευκαιρία για να επισημάνω κάποια σημαντικά ζητήματα.
Παρά τις δυσκολίες αξιοποιήσαμε όλα τα χρηματοδοτικά προγράμματα, μηδενός εξαιρουμένου, για να παραχθεί έτσι ένα πολύ σημαντικό έργο. Σήμερα, το ανεκτέλεστο, δηλαδή ο προϋπολογισμός των έργων που έχουν εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και θα εκτελεσθούν το προσεχές διάστημα, ανέρχεται στα 107.000.000 ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι από εδώ και πέρα και βέβαια την επόμενη τετραετία θα γίνουν αρκετά έργα που θα αλλάξουν τη μορφή των πόλεών μας. Στο ποσό δε αυτό δεν έχω συμπεριλάβει τα έργα από άλλους φορείς, όπως για παράδειγμα, την υπογειοποίηση της μέσης τάσης, μήκους περί τα 160 χιλ.
Μπορεί λοιπόν να μην φαίνεται σήμερα το εύρος και η έκταση του έργου μας, αλλά έχουν μπει πάρα πολύ γερές βάσεις για να καλύψουμε όσο γίνεται πιο γρήγορα το βασικό έλλειμα, που λέγαμε παραπάνω, των υποδομών.
Για να το πετύχουμε αυτό κινηθήκαμε συστηματικά, συντάσσοντας αντίστοιχα, τα ετήσια Τεχνικά Προγράμματα στη βάση 4ετίας, για 5 βασικές κατηγορίες έργων- αντιπλημμυρικά, κτηριακά, οδικά, αποχετευτικά και αθλητικά – αξιοποιώντας και το τελευταίο ευρώ τόσο από χρηματοδοτικά προγράμματα Κεντρικών Φορέων (ΕΣΠΑ, Πράσινο Ταμείο, Περιφέρεια Αττικής, κλπ) όσο βέβαια και από τους δημοτικούς πόρους. Μάλιστα, προκειμένου οι τελευταίοι να μην μένουν δεσμευμένοι και ανενεργοί για πολύ, αξιοποιήσαμε τις δυνατότητες του θεσμικού πλαισίου. Δημοπρατήσαμε εφάπαξ τα έργα με στόχο το ύψος της σύμβασης-πλαίσιο να φθάνει τα όρια 4ετίας και δεσμεύαμε κάθε χρόνο μέσω εκτελεστικής σύμβασης όσα έπρεπε ακριβώς να απορροφήσουμε.
Ο.Δ.: Να έρθουμε τώρα σε κάτι άλλο: Σας κατηγορούν, ειδικά η αριστερή πτέρυγα του Δημοτικού Συμβουλίου, ότι δεν συγκρούεστε επαρκώς με την κυβέρνηση ώστε να διεκδικήσετε πράγματα για το Δήμο.
Γ.Φ.: Το ακούμε πράγματι συχνά, ειδικά όταν η κουβέντα έρχεται στην επίλυση του οικιστικού- δασικού ζητήματος που ταλανίζει τις περιοχές χωρίς Ρυμοτομικό Σχέδιο.
Επιθυμώ, όπως κάνω πάντα, να είμαι δίκαιος, παραθέτοντας τα εξής πραγματικά δεδομένα: Ο αρμόδιος υφυπουργός ΥΠΕΝ κ. Ταγαράς (στην απελθούσα αλλά και στη νέα Κυβέρνηση), ήταν ο Υπουργός που το 2014, με την επιμονή της τότε Διοίκησης Καλαφατέλη, νομοθέτησε το άρθρο 31 του ν.4380, που επέλυε το ζήτημα. Έδειξε λοιπόν στην πράξη, ότι διέθετε πολιτική βούληση. Ήρθε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και το κατήργησε. Άραγε δεν είχε την πολιτική βούληση; Κατά τη γνώμη μου την είχε, αλλά προέβλεπε συνταγματική εμπλοκή. Ακολούθησε το 2019 η Κυβέρνηση της Ν. Δημοκρατίας με αρμόδιο Υφυπουργό πάλι τον κ. Ταγαρά, ο οποίος όμως δεν επανέφερε την ευνοϊκή ρύθμιση του 2014. Άραγε άλλαξε η πολιτική του βούληση, ή διέκρινε συνταγματικά προβλήματα; Δυστυχώς στη συνέχεια αποδείχθηκε το δεύτερο. Το ήδη καταργημένο άρθρο 31 του νόμου Ταγαρά, κρίθηκε εκ των υστέρων αντισυνταγματικό από το ΣτΕ.
Παρατηρεί δηλ. κανείς ότι από το 2010 και μετά, όλο σχεδόν το πολιτικό σύστημα έχει περάσει από τη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς να μπορέσει να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα. Κανείς μα κανείς δεν είχε την πολιτική βούληση;
Μπορεί λοιπόν, μετά από αυτά, να ισχυρίζεται κάποιος ότι η μη λύση του προβλήματος πρέπει να καταλογίζεται στο ότι δήθεν δεν συγκρούεται η Δημοτική Αρχή με τη Κυβέρνηση; Θα με ρωτήσετε όμως τώρα: Έχετε σχέδιο για να αντιμετωπίσετε αυτήν τη στασιμότητα; Η απάντηση είναι και βέβαια.
Ο.Δ.: Φαντάζομαι ότι αναφέρεστε στα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια και τις Αυτοτελείς Μελέτες για τα όρια των οικισμών.
Γ.Φ.: Και όχι μόνον. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Κατ΄ αρχήν υπάρχει το θέμα των ορίων των οικισμών Αγ. Στεφάνου και Άνοιξης, Ραπεντώσας, Πευκοφύτου, Σπάτα-Παλαιοσταμάτας, κ.λπ. που είναι το κύριο πρόβλημα αλλά όχι το μοναδικό. Υπενθυμίζω ότι τα όρια είχαν καθορισθεί με αποφάσεις Νομαρχών της 10ετίας του 1970. Όμως αυτά, ήδη από τη 10ετία του 1980 άρχισαν, με διαδοχικές αποφάσεις του ΣτΕ να κηρύσσονται ανίσχυρα, χωρίς όμως μέχρι το 2010 να δημιουργούνται επιπτώσεις. Οι επιπτώσεις άρχισαν όταν η Πολιτεία το 2010 νομοθέτησε την κατάρτιση δασολογίου και στη χώρα μας. Τότε ακριβώς, με ανίσχυρα τα όρια των οικισμών, η Δασική Υπηρεσία απέκτησε δικαίωμα κρίσης εντός αυτών, ανατρέχοντας στις Συνταγματικές Διατάξεις αλλά και στο Δασικό Κώδικα. Το γεγονός αυτό είχε σοβαρές συνέπειες: Οι εν εξελίξει πολεοδομικές μελέτες στις παραπάνω περιοχές κατέπεσαν, οι αδόμητες ιδιοκτησίες κατέστησαν αίφνης προβληματικές, τμήματά τους κρίθηκαν αναδασωτέα, κλπ.
Ακολούθησαν μέχρι σήμερα, 13 χρόνια κρίσης, με στάδια που περιέγραψα παραπάνω. Τώρα για να έρθω στο ερώτημά σας, για το σχέδιό μας επίλυσης του προβλήματος:
Κατ΄ αρχήν μετά από αυτή την 13ετή περιδίνηση, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το θεσμικό πλαίσιο στις βασικές του κατευθύνσεις, ολοκληρώθηκε και οριστικοποιήθηκε ύστερα από προσφυγές και αντίστοιχες κρίσεις του ΣτΕ. Ύστερα υπάρχει η εμπειρία μας όλα αυτά τα χρόνια που πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη. Τι λέει η εμπειρία αυτή; Το οικιστικό – πολεοδομικό ζήτημα είναι συνυφασμένο με το δασικό. Αν ξεκινήσει κανείς να προωθεί την επίλυση του οικιστικού, δηλ. αυτό που κάναμε στον Άγ. Στέφανο και την Άνοιξη με την πολεοδόμηση των περιοχών αυτών, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη του το δασικό, τότε οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Σε αδιέξοδο οδηγούμαστε και με την αντίστροφη διαδικασία, δηλ. όταν ξεκινά κανείς την κατάρτιση του Δασολογίου χωρίς να υπολογίζει τα διαμορφωμένα οικιστικά προβλήματα, όπως ακριβώς συνέβη το 2010, από πλευράς Πολιτείας, αυτή τη φορά.
Τα παραπάνω μας οδηγούν στο βασικό συμπέρασμα, που αποτελεί και γνώμονα των ενεργειών της Δημοτικής μας Αρχής, πως τα προβλήματα, δασικό και οικιστικό, πρέπει να αντιμετωπισθούν ταυτόχρονα. Στη ζυγαριά πρέπει να μπουν μαζί, ώστε τα συνταγματικά προβλήματα που αφορούν στο περιβάλλον, να συνεκτιμηθούν με αυτά του Δημοσίου συμφέροντος. Γιατί δεν μπορείς να παραβλέπεις ότι δημόσιο συμφέρον σημαίνει, να μην αφήνεις στην τύχη τους περιοχές – πόλεις ολόκληρες που δημιουργήθηκαν με νομότυπο τρόπο (νόμιμες κατατμήσεις δασών, οικ. άδειες, κλπ), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητά τους.
Υπενθυμίζω ότι η παραπάνω λογική αποτυπώθηκε πριν από τρία χρόνια στην σχεδόν ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και την οποία αποκαλώ, λόγω της σημασίας της, απόφαση- πλαίσιο.
Πρόκειται για το πλαίσιο πάνω στο οποίο διεξάγονται οι συζητήσεις με την κυβέρνηση, χωρίς να οδηγούμαστε σε μια άγονη σύγκρουση, από τη στιγμή που αποτελεί συνείδησή μας ότι μια τέτοια σύγκρουση δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα. Αυτή για μας είναι η υπεύθυνη στάση, για να δοθεί επί τέλους λύση σε ένα μείζον πρόβλημα για τον τόπο μας. Το αντίθετο αποτελεί λαϊκισμό, πρακτική μακριά από μας, αφού δεν οδηγεί πουθενά.
Πώς κινηθήκαμε ως τώρα. Αμέσως επιδιώξαμε να ενταχθούμε στο πρόγραμμα των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (Τ.Π.Σ.) και σήμερα είμαστε μεταξύ των πρώτων Δήμων, όπου αυτά αρχίζουν να εκπονούνται. Πρόκειται για μελέτες τοπικού χωροταξικού σχεδιασμού. Ήδη έχει αναδειχθεί ο ανάδοχος και επίκειται η συμβασιοποίηση. Στο Τ.Π.Σ. Διονύσου, μεταξύ των άλλων, συμπεριλαμβάνεται και η μελέτη για τον επανακαθορισμό των ορίων (στις περιπτώσεις Αγ. Στεφάνου, Άνοιξης και Ραπεντώσας), ή ολοκλήρωσης της διαδικασίας καθορισμού τους (περίπτωση Πευκοφύτου, Σπάτα-Παλαιοσταμάτας, κ.λπ.). Επίσης περιλαμβάνει μελέτες για χρήσεις γης, οριοθέτηση-διευθέτηση ρεμάτων, γεωλογικής καταλληλότητας, κ.λπ. Ειδικά για τη μελέτη των ορίων, έχουμε ζητήσει να διαχωριστεί, από τις υπόλοιπες, να εκπονηθεί και να παραδοθεί σε διακριτή φάση, προκειμένου να αντιμετωπισθεί ταχύτατα το θέμα της ασφάλειας δικαίου που υπάρχει στους εν λόγω οικισμούς. Επισημαίνω δε ότι τη διαδικασία αυτή την έχει αποδεχθεί τόσο ο Πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου, δηλ. του φορέα που έχει δημοπρατήσει το Τ.Π.Σ., όσο και η προσωρινή ανάδοχος, με την οποία ήδη έχουμε αρχίσει άτυπη συνεργασία.
(σ.σ. Ακολουθεί αύριο το β’ μέρος της συνέντευξης)